ινοσιτόλη

ινοσιτόλη
Κυκλική εξατομική αλκοόλη, που γενικά κατατάσσεται στους υδρογονάνθρακες. Αν και αρχικά είχε χαρακτηριστεί ως βιταμίνη, σήμερα γνωρίζουμε ότι πρόκειται για έναν πρόδρομο φωσφολιπιδίων, που λειτουργεί στο κύτταρο ως δεύτερος μηνύτορας στα κυτταρικά μονοπάτια σηματοδότησης, καθώς και ως μεμβρανική γέφυρα για ορισμένες πρωτεΐνες. Είναι ουσία στερεή με γλυκιά γεύση, που έχει μοριακό βάρος 180,2 και τήκεται στους 225°-227°C. Διαλύεται εύκολα στο νερό, αλλά είναι αδιάλυτη στους οργανικούς διαλύτες, ενώ είναι σημαντικός μεταβολίτης πολλών οργανισμών, μεταξύ των οποίων και τα φυτά. Η ι. αποτελεί βασικό συντελεστή αύξησης για ορισμένους μικροοργανισμούς, ενώ η απαιτούμενη ποσότητα για τον άνθρωπο είναι περίπου 1-1,5 γρ. Παρεμποδίζει τη συσσώρευση λίπους στο συκώτι, όταν στη διατροφή υπάρχει έλλειψη πρωτεΐνης. Επιπλέον, η 1,4,5-τριφωσφορική ι., μετά την απελευθέρωσή της στο κυτταρόπλασμα, εμπλέκεται στη ρύθμιση των ενδοκυτταρικών επιπέδων των ιόντων ασβεστίου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • βιταμίνες — Ουσίες που βρίσκονται, σε πολύ μικρές ποσότητες, στις τροφές των ζώων και του ανθρώπου και είναι απαραίτητες για τη φυσιολογική ανάπτυξη και την υγεία τους. Παντελής ή μερική στέρηση μίας ή περισσότερων β. από το διαιτολόγιο προκαλεί παθολογικές… …   Dictionary of Greek

  • φυτάση — η, Ν (βιοχ.) ένζυμο που απαντά στα φυτά και ιδίως στα αγρωστώδη και καταλύει την υδρόλυση τού φυτικού οξέος σε ινοσιτόλη και φωσφορικό οξύ. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phytase] …   Dictionary of Greek

  • φωσφατιδυλοϊνοσιτόλη — η, Ν (βιοχ.) φωσφογλυκερίδιο τού οποίου η αλκοολική ομάδα είναι ο ινοσίτης ή η ινοσιτόλη και το οποίο απαντά στις κυτταρικές μεμβράνες. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phosphatidyl inositol] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”